Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ, Λ.Τρότσκι



ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ // Λ.Τρότσκι, 1929

 

 

  ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ


1. Το κομμουνιστικό κόμμα είναι το θεμελιώδες όπλο της επαναστατικής δράσης του προλεταριάτου, η μαχητική οργάνωση της πρωτοπορίας του που πρέπει να κερδίσει τον ρόλο του ηγέτη της εργατικής τάξης σε όλες, χωρίς εξαίρεση, τις σφαίρες της πάλης της και, κατά συνέπεια, στο πεδίο των συνδικάτων.
2. Εκείνοι που, από άποψη αρχών, αντιπαραθέτουν την αυτονομία των συνδικάτων στην ηγεσία του κομμουνιστικού κόμματος αντιπαραθέτουν με αυτό -είτε το θέλουν είτε όχι-το πιο καθυστερημένο τμήμα του προλεταριάτου στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης, την πάλη για άμεσες διεκδικήσεις στην πάλη για την πλήρη απελευθέρωση των εργατών, τον ρεφορμισμό στον κομμουνισμό, τον οπορτουνισμό στον επαναστατικό μαρξισμό.



ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ


3. Παλεύοντας για την αυτονομία των συνδικάτων την εποχή της ανόδου και επέκτασης του, ο προπολεμικός γαλλικός συνδικαλισμός, στην πραγματικότητα πάλευε για την ανεξαρτησία του από την αστική κυβέρνηση και τα αστικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένου και εκείνου του ρεφορμιστικού κοινοβουλευτικού σοσιαλισμού. Αυτή ήταν μία πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό – για έναν επαναστατικό δρόμο.
Σε αυτή του την πάλη, ο επαναστατικός συνδικαλισμός δεν έκανε φετίχ την αυτονομία των μαζικών οργανώσεων. Αντίθετα, κατανόησε και διακήρυξε τον ηγετικό ρόλο της επαναστατικής μειοψηφίας σε σχέση με τις μαζικές οργανώσεις, που αντανακλούν την εργατική τάξη με όλες της τις αντιθέσεις, με την καθυστέρηση και τις αδυναμίες της.
4. Η θεωρία της δραστήριας μειοψηφίας ήταν, στην ουσία της, μία ανολοκλήρωτη θεωρία του προλεταριακού κόμματος. Ο επαναστατικός συνδικαλισμός ήταν, σε όλη του την πρακτική, το έμβρυο του επαναστατικού κόμματος σε σύγκρουση με τον οπορτουνισμό, δηλαδή μία αξιόλογη σκιαγράφηση του επαναστατικού κομμουνισμού.
5. Η αδυναμία του αναρχοσυνδικαλισμού, ακόμα και στην κλασσική του περίοδο, ήταν η απουσία ενός σωστού θεωρητικού θεμελίου και, σαν αποτέλεσμα, η λαθεμένη κατανόηση της φύσης του κράτους και του ρόλου του στην πάλη των τάξεων, μία ανολοκλήρωτη, όχι εντελώς ανεπτυγμένη και, κατά συνέπεια, μία λαθεμένη αντίληψη του ρόλου της επαναστατικής μειοψηφίας, δηλαδή του κόμματος. Από εδώ απορρέουν και τα λάθη του στην τακτική, όπως είναι ο φετιχισμός της γενικής απεργίας, η αγνόηση της σχέσης ανάμεσα στην εξέγερση και την κατάληψη της εξουσίας, κ.λ.π.
6. Μετά τον πόλεμο ο γαλλικός συνδικαλισμός βάσισε όχι μόνο την ανάπτυξη του αλλά και την ολοκλήρωσή του στον κομμουνισμό. Οι απόπειρες για την αναβίωση του επαναστατικού συνδικαλισμού τώρα, δεν είναι παρά προσπάθειες να γυρίσουν προς τα πίσω τον τροχό της ιστορίας. Για το εργατικό κίνημα, τέτοιου είδους προσπάθειες μόνο αντιδραστική σημασία μπορούν να ’χουν.


ΟΙ ΕΠΙΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΥ


7. Οι επίγονοι του συνδικαλισμού μεταμορφώνουν (στα λόγια) την ανεξαρτησία των συνδικαλιστικών οργανώσεων από την μπουρζουαζία και τους ρεφορμιστές σοσιαλιστές σε ανεξαρτησία γενικά, σε απόλυτη ανεξαρτησία από όλα τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου και του κομμουνιστικού.
Αν στην περίοδο της ανάπτυξης, ο συνδικαλισμός θεωρούσε τον εαυτό του πρωτοπορία, και πάλευε για τον ηγετικό ρόλο της πρωτοπόρας μειοψηφίας μέσα στις καθυστερημένες μάζες, οι επίγονοι του συνδικαλισμού παλεύουν τώρα ενάντια στις ίδιες επιθυμίες της κομμουνιστικής πρωτοπορίας, επιχειρώντας-αν και χωρίς επιτυχία ακόμα- να στηριχθούν πάνω στην έλλειψη ανάπτυξης και τις προλήψεις των πιο καθυστερημένων τμημάτων της εργατικής τάξης.
8. Η ανεξαρτησία από την επιρροή της μπουρζουαζίας δεν μπορεί να είναι μία παθητική κατάσταση. Μπορεί να εκφραστεί μόνο με πολιτικές πράξεις, δηλαδή με την πάλη ενάντια στην μπουρζουαζία. Η πάλη αυτή πρέπει να εμπνέεται από ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, που για την εφαρμογή του απαιτεί οργάνωση και τακτική. Είναι η ενότητα προγράμματος, οργάνωσης και τακτικής που αποτελεί το κόμμα. M’ αυτή την έννοια, η πραγματική ανεξαρτησία του προλεταριάτου δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο αν το προλεταριάτο διεξάγει την πάλη του κάτω από την ηγεσία ενός επαναστατικού και όχι οππορτουνιστικού κόμματος.
9. Οι επίγονοι του συνδικαλισμού θέλουν να πιστεύουν ότι τα συνδικάτα είναι από μόνα τους αυτάρκη. Θεωρητικά, αυτό δε σημαίνει τίποτα, στην πράξη όμως σημαίνει την διάλυση της επαναστατικής πρωτοπορίας μέσα στις καθυστερημένες μάζες, δηλαδή μέσα στα συνδικάτα.
Όσο πιο πλατιά είναι η μάζα που αγκαλιάζουν τα συνδικάτα, τόσο πιο ικανά είναι να εκπληρώσουν την αποστολή τους. Αντίθετα, ένα προλεταριακό κόμμα είναι αντάξιο του ονόματος του μόνο αν είναι ιδεολογικά ομοιογενές, μια ενότητα δράσης και οργάνωσης. Το να παρουσιάζεις τα συνδικάτα σαν αυτάρκη επειδή το προλεταριάτο έχει ήδη πετύχει σε αυτά την “πλειοψηφία” του, είναι σαν να κολακεύεις το προλεταριάτο, είναι σαν να το παρουσιάζεις διαφορετικά από ότι είναι και μπορεί να είναι κάτω από τον καπιταλισμό, ο οποίος κρατάει στην άγνοια και την καθυστέρηση τεράστιες μάζες εργατών, επιτρέποντας μόνο στην πρωτοπορία του προλεταριάτου την δυνατότητα να ξεπεράσει όλες τις δυσκολίες και να φτάσει σε μια καθαρή κατανόηση των καθηκόντων της τάξης σα σύνολο.


Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ ΔΕΝ ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΤΑΙ ΑΠO ΤΗΝ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ


10. Η πραγματική, έμπρακτη και όχι μεταφυσική αυτονομία των συνδικαλιστικών οργανώσεων δεν διαταράσσεται στο ελάχιστο, ούτε περιορίζεται από την πάλη που διεξάγει το κομμουνιστικό κόμμα για να κερδίσει επιρροή. Κάθε μέλος των συνδικάτων έχει δικαίωμα να ψηφίσει όπως νομίζει, και να εκλέξει εκείνον που του φαίνεται ο πιο άξιος. Οι κομμουνιστές έχουν αυτό το δικαίωμα όπως όλοι οι άλλοι.
Η κατάκτηση της πλειοψηφίας των ηγετικών οργάνων από τους κομμουνιστές βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία με την αρχή της αυτονομίας, δηλαδή με την αυτοδιοίκηση των συνδικάτων. Από την άλλη πλευρά, κανένα καταστατικό συνδικάτου δεν μπορεί να εμποδίσει ή να αποτρέψει το κόμμα από το να εκλέξει στην Κεντρική του Επιτροπή το Γενικό Γραμματέα της Συνομοσπονδίας Εργατών, γιατί εδώ πια βρισκόμαστε εξολοκλήρου μέσα στα πλαίσια της αυτονομίας του κόμματος.
11. Στα συνδικάτα, οι κομμουνιστές, βέβαια, υποτάσσονται στην πειθαρχία του κόμματος, ανεξάρτητα από τα πόστα που κατέχουν. Αυτό δεν αποκλείει αλλά προϋποθέτει την υποταγή τους στην πειθαρχία των συνδικάτων. Με άλλα λόγια, το κόμμα δεν τους επιβάλλει καμιά γραμμή που να έρχεται σε αντίθεση με τη διάθεση ή τη γνώμη της πλειοψηφίας των μελών των συνδικάτων. Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν το κόμμα θεωρεί αδύνατη την υποταγή των μελών του σε ορισμένες αντιδραστικές αποφάσεις του συνδικάτου, υποδεικνύει ανοιχτά στα μέλη του τις συνέπειες που απορρέουν από αυτό, δηλαδή απομακρύνσεις από τα πόστα του συνδικάτου, διαγραφές, κ.τ.λ.
Με νομικίστικες φόρμουλες σ’ αυτά τα ζητήματα -και η αυτονομία είναι μια καθαρά νομικίστικη φόρμουλα- δεν μπορείς να πας πουθενά. Το ζήτημα πρέπει να μπει από την άποψη της ουσίας του, δηλαδή, στο επίπεδο της πολιτικής των συνδικάτων. Μια σωστή πολιτική πρέπει να αντιπαρατεθεί σε μια λαθεμένη πολιτική.


Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ ΑΠΌ ΕΙΔΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ


12. Ο χαρακτήρας της καθοδήγησης του κόμματος, οι μέθοδοι και οι μορφές της, μπορεί να διαφέρουν βαθιά, ανάλογα με τις γενικές συνθήκες μιας συγκεκριμένης χώρας ή με την περίοδο της ανάπτυξης της.
Στις καπιταλιστικές χώρες, όπου το κομμουνιστικό κόμμα δεν κατέχει κανένα μέσο πίεσης, είναι φανερό ότι μπορεί να καθοδηγήσει μόνο διαμέσου των κομμουνιστών που βρίσκονται στα συνδικάτα σαν μέλη της βάσης ή σα στελέχη.
Ο αριθμός των κομμουνιστών στα ηγετικά πόστα των συνδικάτων είναι μόνο ένα μέσο για να μετρηθεί ο ρόλος του κόμματος στα συνδικάτα. Η πιο σημαντική μέτρηση είναι το ποσοστό των κομμουνιστών στη βάση των συνδικάτων σε σχέση με το σύνολο της οργανωμένης μάζας. Αλλά το πρωταρχικό κριτήριο είναι η γενική επιρροή του κόμματος πάνω στην εργατική τάξη, που μετριέται με την κυκλοφορία του κομμουνιστικού τύπου, την παρακολούθηση των συγκεντρώσεων του κόμματος, τον αριθμό των ψήφων στις εκλογές και, αυτό που είναι ιδιαίτερα σημαντικό, από τον αριθμό των εργαζόμενων ανδρών και γυναικών που ανταποκρίνονται ενεργητικά στις εκκλήσεις του κόμματος για αγώνα.
13. Είναι καθαρό ότι η επιρροή γενικά του Κομμουνιστικού κόμματος, μαζί και στα συνδικάτα, θα μεγαλώνει όσο η κατάσταση γίνεται πιο επαναστατική.
Αυτοί οι όροι επιτρέπουν μια εκτίμηση του βαθμού και της μορφής της αληθινής, της πραγματικής και όχι της μεταφυσικής αυτονομίας των συνδικάτων. Σε “ειρηνικούς” καιρούς όταν οι πιο μαχητικές μορφές της συνδικαλιστικής δράσης είναι οι απομονωμένες οικονομικές απεργίες, ο άμεσος ρόλος του κόμματος στην συνδικαλιστική δράση περνάει σε δεύτερη μοίρα. Κατά γενικό κανόνα, το κόμμα δεν παίρνει για κάθε απομονωμένη απεργία και από μια απόφαση. Βοηθάει το συνδικάτο να αποφασίσει αν το συμφέρει ή όχι η απεργία, με την πολιτική και οικονομική πληροφόρηση και τις συμβουλές που του δίνει. Υπηρετεί την απεργία με την αγκιτάτσια του κ.λ.π. Τον πρώτο λόγο σε ότι αφορά την απεργία, τον έχει, φυσικά, το συνδικάτο.
Η κατάσταση αλλάζει ριζικά όταν το κίνημα ανυψώνεται στο επίπεδο της γενικής απεργίας και ακόμα περισσότερο στην άμεση πάλη για την εξουσία. Σ’ αυτές τις συνθήκες, ο ηγετικός ρόλος του κόμματος γίνεται αποφασιστικός επεμβαίνοντας κατευθείαν, ανοικτά και άμεσα. Τα συνδικάτα -όχι φυσικά εκείνα που περνάνε στην άλλη πλευρά του οδοφράγματος- γίνονται οι οργανωτικοί μηχανισμοί του κόμματος που μπροστά σε ολόκληρη την τάξη στέκεται ως ο ηγέτης της επανάστασης, παίρνοντας πάνω του όλη την ευθύνη.
Στο φάσμα που εκτείνεται ανάμεσα στη μερική οικονομική απεργία και την επαναστατική ταξική εξέγερση, υπάρχουν όλες οι δυνατές μορφές αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ του κόμματος και των συνδικάτων, διάφοροι βαθμοί της κατευθείαν και άμεσης καθοδήγησης κ.λ.π.
Αλλά κάτω απ’ όλες τις συνθήκες, το κόμμα επιδιώκει να κερδίσει τη γενική ηγεσία, βασισμένο στην πραγματική αυτονομία των συνδικάτων που σαν οργανώσεις -δεν χρειάζεται να το πούμε- δεν “υποτάσσονται” σ’ αυτό.


Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΩΝ ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΜΥΘΟΣ


14. Τα γεγονότα δείχνουν ότι πολιτικά “ανεξάρτητα” συνδικάτα δεν υπάρχουν πουθενά. Δεν έχουν υπάρξει ποτέ. Και η πείρα και η θεωρία λένε ότι ούτε θα υπάρξουν ποτέ. Στις Η.Π.Α., τα συνδικάτα είναι δια μέσου του μηχανισμού τους, απευθείας δεμένα με το γενικό επιτελείο της βιομηχανίας και των αστικών κομμάτων. Στην Αγγλία, τα συνδικάτα, που στο παρελθόν υποστήριζαν κυρίως τους φιλελεύθερους, αποτελούν τώρα την υλική βάση του Εργατικού κόμματος. Στη Γερμανία, τα συνδικάτα βαδίζουν κάτω από την σημαία της Σοσιαλδημοκρατίας. Στη Σοβιετική Δημοκρατία, η ηγεσία τους ανήκει στους Μπολσεβίκους. Στην Γαλλία, μια από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ακολουθεί τους Σοσιαλιστές και η άλλη τους Κομμουνιστές. Στην Φιλανδία, τα συνδικάτα σπάσανε στα δύο πριν από λίγο, τείνοντας το ένα μέρος προς την Σοσιαλδημοκρατία και το άλλο προς τον Κομμουνισμό. Αυτό συμβαίνει παντού.
Οι θεωρητικοί της “ανεξαρτησίας” του συνδικαλιστικού κινήματος δεν κάνουν τον κόπο να προβληματιστούν πάνω σ’ αυτό το ζήτημα: γιατί το σύνθημα τους όχι μόνο δεν πλησιάζει πουθενά την υλοποίηση του στην πράξη αλλά αντίθετα, η εξάρτηση των συνδικάτων από την ηγεσία ενός κόμματος γίνεται παντού, χωρίς καμία εξαίρεση, όλο και περισσότερο ανοικτή και φανερή. Και ακόμα, αυτό ανταποκρίνεται πέρα για πέρα στον χαρακτήρα της ιμπεριαλιστικής εποχής, που ξεγυμνώνει όλες τις ταξικές σχέσεις και που ακόμα και μέσα στο προλεταριάτο, οξύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στην αριστοκρατία του και τα πιο εκμεταλλευόμενα τμήματα του.


Η ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΛΙΓΚΑ, ΕΜΒΡΥΟ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ


15. Η τελειότερη έκφραση του ξεπερασμένου συνδικαλισμού είναι η λεγόμενη Συνδικαλιστική Λίγκα. Από όλα τα χαρακτηριστικά της παρουσιάζεται σαν μια πολιτική οργάνωση που επιδιώκει να υποτάξει το συνδικαλιστικό κίνημα στην επιρροή της. Στην πραγματικότητα, η Λίγκα στρατολογεί τα μέλη της όχι σύμφωνα με τις συνδικαλιστικές αρχές, αλλά σύμφωνα με τις αρχές των πολιτικών ομάδων. Έχει την πλατφόρμα της, αν όχι το πρόγραμμά της, και το υπερασπίζεται στα έντυπα της. Έχει τη δικιά της εσωτερική πειθαρχία μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Στα συνέδρια των Συνομοσπονδιών, οι οπαδοί της δρουν σαν μια πολιτική φράξια με τον ίδιο τρόπο που δρα και η κομμουνιστική φράξια. Αν δεν θέλουμε να πελαγοδρομούμε, πρέπει να πούμε ότι η τάση της Συνδικαλιστικής Λίγκας περιορίζεται σε μια πάλη για την απελευθέρωση των δύο Συνομοσπονδιών από την ηγεσία των Σοσιαλιστών και κομμουνιστών και την ενοποίηση τους κάτω από την διεύθυνση της ομάδας του Μονάτ.
Η Λίγκα δεν δρα ανοικτά στο όνομα της ανάγκης και του δικαιώματος της προχωρημένης μειοψηφίας, να παλέψει για να επεκτείνει την επιρροή της πάνω στις πιο καθυστερημένες μάζες. Εμφανίζεται με μια μάσκα που την αποκαλεί “ανεξαρτησία του συνδικαλιστικού κινήματος”. Απ’ αυτή την άποψη, η Λίγκα προσεγγίζει το Σοσιαλιστικό Κόμμα που κι αυτό επίσης καθοδηγεί κάτω από το κάλυμμα της φράσης: “ανεξαρτησία του συνδικαλιστικού κινήματος”. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, αντίθετα, λέει ανοικτά στην εργατική τάξη: αυτό είναι το πρόγραμμα μου, αυτή είναι η τακτική και η πολιτική που προτείνω στα συνδικάτα.
Το προλεταριάτο δεν πρέπει ποτέ να πιστεύει οτιδήποτε στα τυφλά. Πρέπει να κρίνει κάθε κόμμα, κάθε οργάνωση από τη δουλειά τους. Αλλά οι εργάτες πρέπει να έχουν διπλή και τριπλή δυσπιστία προς τους υποκριτές εκείνους ηγέτες που δρουν ιγκόγνιτο, κάτω από μια μάσκα, που κάνει το προλεταριάτο να πιστεύει ότι δεν υπάρχει καμία ανάγκη για ηγεσία γενικά.


ΤΟ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΤΗΝ “ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ” ΤΩΝ ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ ΑΛΛΑ ΜΙΑ ΣΩΣΤΗ ΗΓΕΣΙΑ


16. Δεν πρέπει να αρνιόμαστε το δικαίωμα ενός πολιτικού κόμματος να παλεύει για να κερδίσει τα συνδικάτα στην επιρροή του. Το ζήτημα, όμως, αυτό πρέπει να μπαίνει έτσι: Στο όνομα τίνος προγράμματος και ποιας τακτικής παλεύει αυτή η οργάνωση; Από αυτή την άποψη, η Συνδικαλιστική Λίγκα δεν δίνει τις αναγκαίες εγγυήσεις. Το πρόγραμμα της είναι εντελώς άμορφο, όπως είναι και η τακτική της. Στις πολιτικές εκτιμήσεις της ενεργεί μόνο από γεγονός σε γεγονός. Αναγνωρίζοντας την προλεταριακή επανάσταση, ακόμα και τη δικτατορία του προλεταριάτου, αγνοεί το κόμμα και παλεύει ενάντια στην κομμουνιστική ηγεσία, χωρίς την οποία η προλεταριακή επανάσταση θα κινδύνευε πάντα να μείνει μια φράση χωρίς περιεχόμενο.
17. Η ιδεολογία της ανεξαρτησίας των συνδικάτων δεν έχει τίποτα το κοινό με τις ιδέες και τα αισθήματα του προλεταριάτου σαν τάξης. Αν το κόμμα είναι ικανό με την καθοδήγησή του να εξασφαλίσει μια σωστή, καθαρή και σταθερή πολιτική στα συνδικάτα, τότε ούτε ένας εργάτης δεν θα έχει την διάθεση να ξεσηκωθεί ενάντια στην ηγεσία του κόμματος. Η ιστορική εμπειρία των μπολσεβίκων το έχει αποδείξει αυτό.
Αυτό ισχύει και για την Γαλλία όπου οι κομμουνιστές συγκέντρωσαν στις εκλογές 1.200.000 ψήφους ενώ η Ενιαία Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (η κεντρική οργάνωση των Κόκκινων Συνδικάτων) έχει σαν μέλη της το ένα τέταρτο ή το ένα τρίτο μόνο αυτού του αριθμού. Είναι καθαρό ότι το αφηρημένο σύνθημα της ανεξαρτησίας δεν μπορεί κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες να προέλθει από τις μάζες. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό. Όχι μόνο βλέπει σαν επαγγελματικό ανταγωνιστή την κομματική γραφειοκρατία, αλλά και τείνει να καταστεί ανεξέλεχτη από την πρωτοπορία του προλεταριάτου. Το σύνθημα της ανεξαρτησίας είναι, από την ίδια του την βάση, ένα γραφειοκρατικό και όχι ταξικό σύνθημα.


Ο ΦΕΤΙΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΔΙΚΑΤΩΝ


18. Ύστερα από τον φετιχισμό, της “ανεξαρτησίας”, η Συνδικαλιστική Λίγκα μεταμορφώνει το ζήτημα της ενότητας των συνδικάτων σε ένα φετίχ.
Δεν χρειάζεται να πούμε ότι η διατήρηση της ενότητας των συνδικαλιστικών οργανώσεων έχει τεράστια πλεονεκτήματα από την άποψη των καθημερινών καθηκόντων του προλεταριάτου όπως επίσης και από την άποψη της πάλης του κομμουνιστικού κόμματος να επεκτείνει την επιρροή του πάνω στις μάζες. Αλλά τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι με την πρώτη επιτυχία της επαναστατικής πτέρυγας στα συνδικάτα, οι οπορτουνιστές παίρνουν εσκεμμένα τον δρόμο της διάσπασης. Οι ειρηνικές σχέσεις με την μπουρζουαζία τους έλκουν περισσότερο από ότι η ενότητα του προλεταριάτου. Αυτό είναι το αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα της μεταπολεμικής εμπειρίας.
Εμείς οι κομμουνιστές ενδιαφερόμαστε πάντα να δείχνουμε στους εργάτες ότι η ευθύνη για την διάσπαση των συνδικαλιστικών οργανώσεων πέφτει ολοκληρωτικά πάνω στην σοσιαλδημοκρατία. Αλλά αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι η κενή φόρμουλα της ενότητας είναι για εμάς πιο σημαντική από τα επαναστατικά καθήκοντα της εργατικής τάξης.
19. Έχουν περάσει οκτώ χρόνια από τότε που τα συνδικάτα διασπάστηκαν στην Γαλλία. Σ’ αυτό το διάστημα, οι δύο οργανώσεις προσδέθηκαν οριστικά σε δύο, θανάσιμα εχθρικά, πολιτικά κόμματα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το να σκεφτόμαστε ότι μπορούμε να ενοποιήσουμε το συνδικαλιστικό κίνημα με το απλό κήρυγμα της ενότητας, αυτό σημαίνει ότι καλλιεργούμε αυταπάτες. Το να δηλώνουμε ότι χωρίς την ενοποίηση πρώτα των δύο συνδικαλιστικών οργανώσεων είναι αδύνατο να γίνει όχι μόνο η προλεταριακή επανάσταση αλλά ακόμα και μια σοβαρή ταξική πάλη, σημαίνει ότι το μέλλον της επανάστασης εξαρτάται από την διεφθαρμένη κλίκα των ρεφορμιστών συνδικαλιστών.
Στην πραγματικότητα, το μέλλον της επανάστασης δεν εξαρτάται από την συγχώνευση των δύο συνδικαλιστικών μηχανισμών, αλλά από την ενοποίηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης γύρω από τα επαναστατικά συνθήματα και τις επαναστατικές μεθόδους πάλης.
Για την ώρα, η ενοποίηση της εργατικής τάξης είναι δυνατή μόνο με την πάλη ενάντια στους οπαδούς της συνεργασίας των τάξεων (τους οπαδούς του συνασπισμού), που δεν βρίσκονται μόνο στα πολιτικά κόμματα αλλά και στα συνδικάτα.
20. Ο πραγματικός δρόμος προς την επαναστατική ενότητα του προλεταριάτου βρίσκεται στην ανάπτυξη, τη διόρθωση τη διεύρυνση και τη σταθεροποίηση της επαναστατικής Ενιαίας Γ.Σ.Ε και την εξασθένιση της ρεφορμιστικής Γ.Σ.Ε.
Όχι μόνο δεν αποκλείεται, αλλά, αντίθετα, είναι πολύ πιθανόν, τον καιρό της επανάστασης του, το γαλλικό προλεταριάτο να μπει στην πάλη με δύο Συνομοσπονδίες πίσω από την μια θα βρίσκονται οι μάζες και πίσω από την άλλη η εργατική αριστοκρατία και η γραφειοκρατία.


Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗΣ


21. Η νέα συνδικαλιστική αντιπολίτευση ολοφάνερα δεν θέλει να πάρει το δρόμο του συνδικαλισμού. Την ίδια στιγμή, σπάει από το κόμμα -όχι από μια ορισμένη ηγεσία- αλλά από το κόμμα γενικά. Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι ιδεολογικά αφοπλίζει τον εαυτό της και κατρακυλάει σε θέσεις συντεχνιακές και τρεϊντγιουνιονιστικές.
22. Η συνδικαλιστική αντιπολίτευση σαν σύνολο είναι πολύ ανομοιογενής. Αλλά διακρίνεται από μερικά κοινά χαρακτηριστικά που δεν τη φέρνουν κοντύτερα προς την Αριστερή Κομμουνιστική Αντιπολίτευση, αλλά, αντίθετα, την αποξενώνουν και την αντιτάσσουν σ’ αυτή.
Η συνδικαλιστική αντιπολίτευση δεν παλεύει ενάντια στις απερίσκεπτες πράξεις και τις λαθεμένες μεθόδους της κομμουνιστικής ηγεσίας αλλά ενάντια στην επιρροή του κομμουνισμού πάνω στην εργατική τάξη.
Η συνδικαλιστική αντιπολίτευση δεν παλεύει ενάντια στην υπεραριστερή εκτίμηση μιας συγκεκριμένης κατάστασης και του ρυθμού ανάπτυξής της, αλλά, στην πραγματικότητα, δρα ενάντια στις επαναστατικές προοπτικές γενικά.
Η συνδικαλιστική αντιπολίτευση δεν παλεύει ενάντια στις γελοίες μεθόδους του αντιμιλιταρισμού, αλλά προωθεί έναν πασιφιστικό προσανατολισμό. Μ’ άλλα λόγια, η συνδικαλιστική αντιπολίτευση αναπτύσσεται φανερά προς ένα ρεφορμιστικό πνεύμα.
23. Είναι πέρα για πέρα λάθος να βεβαιώνουμε ότι τα τελευταία χρόνια – αντίθετα από ότι συνέβη στην Γερμανία, την Τσεχοσλοβακία και σε άλλες χώρες – στην Γαλλία δεν έχει εμφανιστεί μια δεξιά ομάδα μέσα στο επαναστατικό στρατόπεδο. Το κύριο σημείο είναι ότι η δεξιά αντιπολίτευση στην Γαλλία, εγκαταλείποντας την επαναστατική πολιτική του κομμουνισμού, έχει, σε συμφωνία με τις παραδόσεις του γαλλικού εργατικού κινήματος, αποκτήσει ένα συνδικαλιστικό χαρακτήρα, αποκρύπτοντας έτσι την πολιτική της φυσιογνωμία. Τελικά, η πλειοψηφία της συνδικαλιστικής αντιπολίτευσης αντιπροσωπεύει την δεξιά πτέρυγα, όπως ακριβώς η ομάδα Μπράντλερ στην Γερμανία, οι Τσέχοι συνδικαλιστές που, ύστερα από την διάσπαση, έχουν πάρει μια καθαρά ρεφορμιστική θέση κ.λ.π.


Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ


24. Μπορεί κανείς να αντιτείνει ότι όλες οι προηγούμενες απόψεις θα ήταν σωστές μόνο με τον όρο ότι το κομμουνιστικό κόμμα έχει μια σωστή πολιτική. Αλλά αυτή η αντίρρηση δεν είναι θεμελιωμένη. Το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα στο κόμμα, που αντιπροσωπεύει το προλεταριάτο έτσι όπως θα έπρεπε να είναι και τα συνδικάτα που αντιπροσωπεύουν το προλεταριάτο έτσι όπως είναι, είναι το θεμελιώδες ζήτημα του επαναστατικού μαρξισμού. Θα ήταν πραγματική αυτοκτονία να απορρίψουμε την μόνη δυνατή, από άποψη αρχών, απάντηση πάνω σε αυτό το ζήτημα μόνο και μόνο επειδή το κομμουνιστικό κόμμα, κάτω από την επίδραση αντικειμενικών και υποκειμενικών λόγων, για τους οποίους έχουμε μιλήσει περισσότερο από μια φορά, ακολουθεί τώρα μια λαθεμένη πολιτική απέναντι στα συνδικάτα, όπως επίσης και σε άλλους τομείς. Μια σωστή πολιτική πρέπει να αντιπαρατίθεται σε μια λαθεμένη πολιτική. Με αυτό τον σκοπό η Αριστερή Αντιπολίτευση έχει συγκροτηθεί σε φράξια. Αν θεωρήσουμε ότι το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα στο σύνολο του βρίσκεται σε μια ολοκληρωτικά αθεράπευτη και απελπιστική κατάσταση -κάτι που ούτε καν το σκεφτόμαστε- τότε πρέπει να του αντιπαρατάξουμε ένα άλλο κόμμα. Αλλά το ζήτημα των σχέσεων του κόμματος με την τάξη δεν αλλάζει απ’ αυτό το γεγονός, ούτε κατά ένα γιώτα.
Η Αριστερή Αντιπολίτευση πιστεύει ότι για να επηρεάσει το συνδικαλιστικό κίνημα, για να βοηθήσει στο σωστό προσανατολισμό του, για να το διαποτίσει με σωστά συνθήματα, δεν μπορεί να το κάνει παρά μόνο σαν κομμουνιστικό κόμμα (ή σαν φράξια για την ώρα) που, παρόλα τα άλλα του γνωρίσματα, είναι το κεντρικό ιδεολογικό εργαστήρι της εργατικής τάξης.
25. Το σωστά κατανοημένο καθήκον του κομμουνιστικού κόμματος δεν συνίσταται απλά στο να κερδίσει επιρροή πάνω στα συνδικάτα έτσι όπως αυτά είναι, αλλά στο να κερδίσει επιρροή, διαμέσου των συνδικάτων, πάνω στην πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Αυτό είναι δυνατόν μόνο αν οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται από το κόμμα στα συνδικάτα ανταποκρίνονται στην φύση και τα καθήκοντα του. Η πάλη του κόμματος για επιρροή στα συνδικάτα βρίσκει την αντικειμενική της επιβεβαίωση στο αν ακμάζουν ή όχι τα συνδικάτα, στο αν ο αριθμός των μελών τους αυξάνει, όπως επίσης και στις σχέσεις τους με τις πλατύτερες μάζες. Αν το κόμμα πληρώνει την επιρροή του στα συνδικάτα με την τιμή του στενέματος και του φραξιονισμού τους -μετατρέποντάς τα σε βοηθούς του κόμματος για στιγμιαίους σκοπούς και εμποδίζοντάς τα να γίνουν γνήσιες μαζικές οργανώσεις- τότε οι σχέσεις ανάμεσα στο κόμμα και την τάξη είναι λαθεμένες. Δεν είναι αναγκαίο να σταθούμε εδώ στις αιτίες μιας τέτοιας κατάστασης. Το έχουμε κάνει περισσότερο από μια φορά και το κάνουμε κάθε μέρα. Η ευκολία με την οποία αλλάζει η επίσημη κομμουνιστική (Σ.τ.Ε σταλινική) πολιτική αντανακλά τις τυχοδιωκτικές τάσεις της να κάνει τον εαυτό της κύριο της εργατικής τάξης στο συντομότερο χρονικό διάστημα με θεατρινισμούς, εφευρέσεις, υπερφίαλη αγκιτάτσια, κ.λ.π.
Η διέξοδος από αυτή την κατάσταση δεν βρίσκεται, ωστόσο, στο να αντιπαραθέσουμε τα συνδικάτα στο κόμμα (ή στη φράξια) αλλά στην αδιάλλακτη πάλη για να αλλάξουμε ολόκληρη την πολιτική του κόμματος, όπως επίσης και την πολιτική των συνδικάτων.


ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ


26. Η Αριστερή Αντιπολίτευση πρέπει να βάλει τα ζητήματα του συνδικαλιστικού κινήματος σε αδιαχώριστη σχέση με τα ζητήματα της πολιτικής πάλης του προλεταριάτου. Πρέπει να δώσει μια συγκεκριμένη ανάλυση του σημερινού σταδίου ανάπτυξης του γαλλικού εργατικού κινήματος. Πρέπει να δώσει μια εκτίμηση, ποσοτική και ποιοτική, του σημερινού απεργιακού κινήματος και των προοπτικών του σε σχέση με τις προοπτικές της οικονομικής εξέλιξης της Γαλλίας. Είναι αναγκαίο να πει ότι απορρίπτει πέρα για πέρα την προοπτική της καπιταλιστικής σταθεροποίησης και του πασιφισμού για δεκαετίες. Προχωρεί με μια εκτίμηση της εποχής μας σαν επαναστατικής, εκτίμηση που απορρέει από την αναγκαιότητα μιας επίκαιρης προπαρασκευής του πρωτοπόρου προλεταριάτου μπροστά στις απότομες στροφές που δεν είναι μόνο πιθανές αλλά και αναπόφευκτες. Όσο πιο σταθερή και πιο αδυσώπητη είναι η δράση της ενάντια στους υποτιθέμενους επαναστατικούς κομπασμούς της κεντριστικής γραφειοκρατίας, ενάντια στην πολιτική υστερία που δεν παίρνει υπόψη της τις συνθήκες, που μπερδεύει το σήμερα με το χθες ή το αύριο, τόσο πιο σταθερά και αποφασιστικά πρέπει να τοποθετείται ενάντια στα στοιχεία της δεξιάς που αντιγράφουν την κριτική της και κρύβονται πίσω από αυτήν για να εισάγουν τις τάσεις τους μέσα στον επαναστατικό μαρξισμό.
27. Καινούργιες οριοθετήσεις; Νέες πολεμικές; Νέες διασπάσεις; Αυτός είναι ο θρήνος των καλών αλλά κουρασμένων ψυχών, που θα ήθελαν να μεταμορφώσουν την Αντιπολίτευση σε ένα γαλήνιο άσυλο όπου ο καθένας θα μπορούσε να ξεκουραστεί από τα μεγάλα καθήκοντα και ταυτόχρονα να διατηρήσει άθικτο το όνομα του επαναστάτη “της αριστεράς”. Όχι! Στις κουρασμένες αυτές ψυχές λέμε: Είναι βέβαιο ότι δεν προχωρούμε στον ίδιο δρόμο. Η αλήθεια δεν έχει γίνει ποτέ έως τώρα από το άθροισμα των μικρών λαθών. Μια επαναστατική οργάνωση δεν έχει ποτέ μέχρι τώρα συντεθεί από μικρές συντηρητικές ομάδες που πρώτα – πρώτα ζητάνε να διακρίνονται η μια από την άλλη. Υπάρχουν εποχές όπου η επαναστατική τάση περιορίζεται σε μια μικρή μειοψηφία μέσα στο εργατικό κίνημα. Αλλά αυτές οι εποχές απαιτούν όχι διακανονισμούς ανάμεσα στις μικρές ομάδες με αμοιβαίο κρύψιμο των αμαρτιών τους, αλλά αντίθετα, ένα διπλά αδυσώπητο αγώνα για μια σωστή προοπτική και εκπαίδευση των στελεχών στο πνεύμα του αυθεντικού μαρξισμού. Η νίκη είναι δυνατή μόνο απ’ αυτό τον δρόμο.
28. Στο βαθμό που αυτές οι γραμμές αφορούν προσωπικά τον συγγραφέα τους, πρέπει να δεχθεί ότι η γνώμη που είχε διαμορφώσει για την ομάδα Μονάτ, όταν ο ίδιος εξορίστηκε από την Σοβιετική Ένωση, αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ αισιόδοξη και γι’ αυτό λαθεμένη. Για πολλά χρόνια, ο συγγραφέας δεν είχε την δυνατότητα να παρακολουθήσει την δράση αυτής της ομάδας. Την έκρινε από παλιές αναμνήσεις. Οι διαφορές αποκαλύφθηκαν στην πραγματικότητα όχι μόνο πιο βαθιές, αλλά και πιο οξυμένες από ότι θα μπορούσε κανένας να υποθέσει. Τα τελευταία γεγονότα έχουν αποδείξει πέρα από κάθε αμφιβολία ότι χωρίς μια ξεκάθαρη και συγκεκριμένη ιδεολογική οριοθέτηση από την γραμμή του συνδικαλισμού, η Κομμουνιστική Αντιπολίτευση στην Γαλλία δεν θα πάει μπροστά. Οι θέσεις που προτείνουμε αντιπροσωπεύουν από μόνες τους το πρώτο βήμα στο δρόμο της οριοθέτησης που είναι το πρελούδιο στον επιτυχή αγώνα ενάντια στις επαναστατικές φλυαρίες και την οπορτουνιστική ουσία των Κασέν, Μονμουσό και την παρέα τους.


Λέον Τρότσκι
14 Οκτωβρίου 1929

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου